Χρηματοδότηση επιχειρήσεων – Ευθύνη Μελών Διοικητικού Συμβουλίου
Η δικηγορική εταιρεία μας σε συνεργασία με την εταιρεία ορκωτών ελεγκτών BDO διοργάνωσε το Thessaloniki Finance Forum- Understanding Funding Options.
Πρόκειται για ειδικό πρόγραμμα ομιλίας με θέμα «Χρηματοδότηση επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Τραπεζική χρηματοδότηση, Εναλλακτική χρηματοδότηση και ίδια συμμετοχή. Νομική, Χρηματοοικονομική και φορολογική προσέγγιση».
Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2019 και ώρα 18.00 στο Ξενοδοχείο Electra Palace στη Θεσσαλονίκη. Ο ιδρυτής της εταιρίας μας Καθηγητής κ. Ευάγγελος Βασιλακάκης προήδρευε και συντόνιζε την εκδήλωση, η κ. Ελευθερία Χριστιανοπούλου, δικηγόρος, έκανε παρουσίαση με θέμα «Χρηματοδότηση επιχειρήσεων – επίκαιρα ζητήματα ιδίως μετά τον ν. 4548/2018», και η κ. Μαρία Κεκέ, δικηγόρος, έκανε παρουσίαση με θέμα «Ζητήματα Ευθύνης Μελών του Διοικητικού Συμβουλίου».
ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΩΝ ΚΥΡΩΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ
(Άρειος Πάγος – Απόφαση υπ’ αριθ. 907/2017)
Σύμφωνα με το άρθρο 66 § 1 του ελληνικού νόμου 2121/1993 όποιος παραβιάζει τους κανόνες των πολυμερών διεθνών συμβάσεων σχετικά με την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας χωρίς την κατοχή της άδειας από την αρμόδια αρχή, διαπράττει ποινικό αδίκημα.
Εάν κριθεί ένοχος αντιμετωπίζει τις κυρώσεις που προβλέπονται από το νόμο, δηλ. τιμωρείται με μια ποινή φυλακίσεως τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή που μπορεί να ποικίλει μεταξύ 2900 € και 15000 €.
Η ποινή επιβάλλεται στον κατηγορούμενο που παραβιάζει τις διατάξεις των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας με δόλο σκοπού (αρκεί και ο ενδεχόμενος δόλος), δηλ. γνωρίζοντας ότι ενεργεί κατά τρόπο που παραβιάζει τον νόμο.
Στην προκείμενη υπόθεση ο Άρειος Πάγος επιβεβαίωσε την κρίση του Εφετείου Λαρίσης με το να υποστηρίξει ότι υπήρξε μια διαφωνία μεταξύ του κατηγορουμένου και της ελέγκτριας επιχείρησης, που είναι αρμόδια να φροντίσει την προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ως προς το ποσό, που ο κατηγορούμενος έπρεπε να καταβάλει. Αυτή η διαφωνία είχε ως αποτέλεσμα ο κατηγορούμενος να λάβει με καθυστέρηση την άδεια της αρμόδιας αρχής, ενώ είχε ήδη αναπαράγει τα τραγούδια. Επάνω σε αυτήν την βάση το δικαστήριο θεώρησε ότι ο κατηγορούμενος δεν ενήργησε με δόλο σκοπού και εφόσον το εν λόγω αδίκημα δεν τελείται δια παραλείψεως, έπρεπε να απαλλαγεί των κατηγοριών.
Αυτός ο συλλογισμός πρέπει να αξιολογηθεί θετικά, καθώς περιορίζει τις συνέπειες της υπερβολικής ποινικοποιήσεως της προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.
- Συμμετοχή σε Συνέδριο στην Βουλγαρία με θέμα τις διασυνοριακές πτωχεύσεις
- H δικηγόρος Μαρία Κεκέ συμμετείχε σε Συνέδριο στην Σόφια την 23η Ιουνίου 2017 με τίτλο «Διαδικασίες Διασυνοριακής Αφερεγγυότητας: Ανίχνευση Βέλτιστων Πρακτικών» (Cross-Border Insolvency Proceedings: Detecting Best Practices), στο πλαίσιο του Προγράμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο “Save Comp”.Το θέμα της εισηγήσεώς της ήταν «Οι Επιπτώσεις της Πτωχεύσεως στην Διεθνή Εμπορική Διαιτησία» (Τhe Ιmpact of Ιnsolvency on International Commercial Αrbitration).
- Ξενοδοχειακές συμβάσεις (allotment)Η μίσθωση ξενοδοχειακών κλινών γίνεται είτε με σύμβαση που καταρτίζεται απευθείας μεταξύ ξενοδόχου και μεμονωμένων πελατών είτε με σύμβαση που καταρτίζεται μεταξύ ξενοδόχου και ταξιδιωτικών οργανισμών (tour operators) και/ή τουριστικών γραφείων (travel agents), που τα διαθέτουν στη συνέχεια στους πελάτες τους. Η σύμβαση που καταρτίζεται μεταξύ του ξενοδόχου και του μεμονωμένου πελάτη ονομάζεται «σύμβαση ξενίας». Η σύμβαση που καταρτίζεται μεταξύ ξενοδόχων και ταξιδιωτικών οργανισμών ή τουριστικών γραφείων, ονομάζεται «ξενοδοχειακή σύμβαση» (hotel contract).Τα ζητήματα που προκύπτουν από την ανώμαλη εξέλιξη της ξενοδοχειακής συμβάσεως και την αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων των εμπλεκομένων μερών ρυθμίζονται από την Απόφαση υπ’ αριθ. 503007/29.1-9.2.1976 του Γενικού Γραμματέα του ΕΟΤ (ΦΕΚ Β΄ 166) «Περί Κανονισμού σχέσεων ξενοδόχων και πελατών αυτών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα για τη μίσθωση πράγματος, οι οποίες εφαρμόζονται συμπληρωματικά για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται από την ως άνω απόφαση.Η ξενοδοχειακή σύμβαση εμφανίζεται στις συναλλαγές με δυο κυρίως μορφές: α) αφενός ως σύμβαση βέβαιης ή εγγυημένης κρατήσεως (αποκαλούμενη σύμβαση «guarantee»), β) αφετέρου ως σύμβαση χρονομεριστικών μισθώσεων τουριστικών καταλυμάτων, άλλως κράτηση υπό προειδοποίηση (αποκαλούμενη σύμβαση «allotment» ή κατά μερίδιο).Ως σύμβαση allotment λογίζεται η συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ ξενοδόχου και τουριστικού γραφείου/ταξιδιωτικού οργανισμού ή ομάδας πελατών, για την διάθεση/κράτηση, για ορισμένη χρονική περίοδο, αριθμού κλινών προσδιορισμένου κατ’ ανώτατο και κατώτατο όριο, προς συνεχή αποστολή εναλλασσόμενων πελατών, αντί ορισμένου κατά διανυκτέρευση και κλίνη χρηματικού ποσού. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο ξενοδόχος αναλαμβάνει την υποχρέωση να διατηρεί διαθέσιμο για τον τουριστικό πράκτορα τον ανώτατο αριθμό κλινών, ο δε πράκτορας οφείλει να καλύψει τουλάχιστον το κατώτατο όριο κλινών.Η σύμβαση allotment διέπεται από τα άρθρα 12 και 13 της υπ’ αριθ. 503007/29.1-9.2.1976 Αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα του ΕΟΤ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα. Πρόσφατα, καταργήθηκε το άρθρο 11 της ως άνω αριθ. 503007/29.1-9.2.1976 αποφάσεως (με την υποπερίπτωση 4α της υποπαραγράφου ΣΤ.17 της παραγράφου ΣΤ του ν. 4254/2014).Στην περίπτωση που ο τουριστικός πράκτορας δεν καλύψει το κατώτατο όριο κλινών που συμφωνήθηκε, η αποζημίωση του ξενοδόχου ανέρχεται στο ήμισυ του συμφωνηθέντος ακάλυπτου κατώτατου ορίου, άσχετα αν ειδοποιήθηκε ο ξενοδόχος 21 ημέρες πριν και υπολογίζεται με βάση την τιμή διανυκτερεύσεως (ΕφΘεσ 2556/2014 Αρμ 2015.1883).Ενόψει του ότι η χώρα μας αποτελεί κατεξοχήν χώρα υποδοχής τουριστών, πολύ συχνά τα ζητήματα που ανακύπτουν από την ανώμαλη εξέλιξη της ξενοδοχειακής συμβάσεως εμφανίζουν στοιχεία αλλοδαπότητας, διότι συνήθως ο αντισυμβαλλόμενος του Έλληνα ξενοδόχου είναι αλλοδαπός, με κατοικία ή έδρα εκτός Ελλάδος. Σε περίπτωση που ανακύψει αθέτηση της συμφωνίας είτε από μέρους του Έλληνα ξενοδόχου είτε από μέρους του αλλοδαπού αντισυμβαλλόμενού του, τίθεται το ζήτημα ποιας χώρας τα δικαστήρια θα έχουν διεθνή δικαιοδοσία.Nothing in the present newsletter can be construed as legal advice. Before you undertake any legal action please ask for professional legal advice.Τίποτα στο παρόν δεν μπορεί να ερμηνευτεί ως νομική συμβουλή. Πριν προβείτε σε οποιαδήποτε νομική ενέργεια, παρακαλούμε ζητήστε επαγγελματικές νομικές συμβουλές
- Καταγγελία σιωπηρής συμφωνίας με εμπορικό διανομέα (απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης της 14.7.2016 στην υπόθεση Granarolo/Ambrosi, C-196/15)
Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΔΕΕ) αντιμετώπισε, με την απόφαση της 14.7.2016 στην υπόθεση C-196/15, ζητήματα σχετικά με την καταγγελία εκ μέρους του προμηθευτή της συμβατικής σχέσης του με εμπορικό διανομέα, στην περίπτωση όπου δεν υπάρχει γραπτή συνολική συμφωνία, αλλά μια σειρά επί μέρους πωλήσεων προϊόντων, τα οποία ο αγοραστής-διανομέας μεταπωλεί. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι υφίσταται για το σύνολο της εμπορικής συνεργασίας μια σιωπηρή συμφωνία-πλαίσιο, που γεννά δικαιώματα και υποχρεώσεις για τα μέρη, δημιουργώντας μια μακρόχρονη σχέση συνεργασίας. Η ύπαρξη της όμως (από την οποία εξαρτάται η θεμελίωση αξιώσεων για αποζημίωση του διανομέα σε περίπτωση καταγγελίας) πρέπει να αποδειχθεί στη συγκεκριμένη κάθε φορά περίπτωση, με βάση τα στοιχεία που τίθενται υπόψη του δικαστηρίου. Τέτοιου είδους στοιχεία είναι η ύπαρξη μακροχρόνιων εμπορικών σχέσεων μεταξύ παραγωγού και διανομέα, η καλή πίστη των μερών, ο τακτικός χαρακτήρας των συναλλαγών και η διαχρονική εξέλιξή τους από ποσοτικής απόψεως και από απόψεως αξίας, οι ενδεχόμενες συμφωνίες τους επί των τιμών που χρεώνονταν και επί των παρεχομένων εκπτώσεων, καθώς και η μεταξύ των μερών αλληλογραφία.
Ως προς τα θέματα διεθνούς δικαιοδοσίας, στα οποία αφορούσε το προδικαστικό ερώτημα, το ΔΕΕ δέχθηκε ότι, με βάση ποια είναι στην επίδικη περίπτωση η χαρακτηριστική παροχή, θα κριθεί εάν η σύμβαση εμπορικής διανομής είναι σύμβαση πωλήσεως αγαθών ή σύμβαση παροχής υπηρεσιών (άρθρο 5 σημείο 1 περίπτωση β’ του κανονισμού 44/2001). Αν χαρακτηρισθεί ως σύμβαση παροχής υπηρεσιών, στην πράξη διευκολύνεται ο διανομέας να ασκήσει, ενώπιον των δικαστηρίων της κατοικίας/έδρας του την αγωγή κατά του προμηθευτή για αποζημίωση λόγω της καταγγελίας, εφόσον θεωρεί ευνοϊκή αυτή την επιλογή.